Τσικνοπέμπτη
Τσικνοπέμπτη είναι η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας (της κρεατινής) των Αποκρεών. Ο εορτασμός αυτής της ημέρας είναι ένα έθιμο που δεν γνωρίζουμε από πού προέρχεται.
Βασικό χαρακτηριστικό του είναι το ψήσιμο «τσίκνισμα» του κρέατος στα κάρβουνα. Από το τσίκνισμα έχει πάρει και το όνομα της η ημέρα.
Ένα απο αυτά είναι και οι τσιγαρίδες.
Οι τσιγαρίδες
είναι το τραγανό και πολύ νόστιμο υπόλειμμα του χοιρινού λίπους μαζί με κρέας αφού έχει αφαιρεθεί από το...
καζάνι η «λίγδα», το καθαρό λίπος δηλαδή. Στο παρελθόν και την παραμονή των Χριστουγέννων όλοι οι κάτοικοι του χωριού σφάζαν το δικό τους γουρούνι. Το λίπος του γουρουνιού , τη «λίπα», όπως την έλεγαν, την έκοβαν μικρά κομματάκια και την έλιωναν στη φωτιά. Αφού έλιωνε ένα τμήμα από το λίπος έμεναν στο καζάνι μικρά κομματάκια από λίπος και κρέας. Ήταν οι περίφημες « τσιγαρίδες», το αγαπημένο φαγητό μικρών και μεγάλων.Μετά το ψήσιμο στα καζάνια άρχιζε το τσιμπούσι με άφθονο κρασί αλλά και χορό. Το υπόλοιπο λίπος το στράγγιζαν σε τενεκέδες και το χρησιμοποιούσαν για να φτιάχνουν πίτες , τηγανίτες και μπουκουβάλα ή το άλειφαν πάνω σε φέτες ψωμιού.
Η συγκεκριμένη ημέρα ήταν ιδιαίτερη ανάμεσα στις ημέρες του Τριωδίου γιατί την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια έψηναν κρέας ενώ παλιότερα έλιωναν το λίπος από τα χοιρινά και η τσίκνα ήταν διάχυτη παντού.
Η «Τσικνοπέφτη» στα χωριά των Αγράφων
ήταν η μέρα που ετοίμαζαν το «παστό». Έβραζαν το λίπος με λίγο νερό, ραντίζοντάς το συγχρόνως με νερό. Το σούρωναν στη συνέχεια. Αυτή ήταν η «γουρναλοιφή». Φυλαγόταν σε δοχεία (πήλινα). Χρησιμοποιούνταν ως άρτυμα για όλη τη χρονιά. Στον πάτο του καζανιού έμεναν οι «τσιγαρίδες» που νοστίμιζαν τα φαγητά (με χόρτα, αυγά, όσπρια). Σε καζάνι έβραζαν το κρέας με λίγο κρασί για να βγάλει λίπος, που με αυτό έβραζε. Έριχναν τα μπαχαρικά για νοστιμάδα και τα λουκάνικα, αφού τα καθάριζαν από την καπνιά. Πρόσεχαν μη «τσικνιστούν» γιατί θα χάλαγε όλο το «παστό». Μετά το βράσιμο καθάριζαν το κρέας από τα κόκαλα, έκοβαν τα λουκάνικα και τα τοποθετούσαν σε δοχεία πήλινα και τα περιέχεαν με λίπος για να σκεπαστούν οι μεζέδες.
Ήταν το φαγητό για όλο το χρόνο. Μ’ αυτό φίλευαν και τους ξένους
Τσικνοπέμπτη είναι η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας (της κρεατινής) των Αποκρεών. Ο εορτασμός αυτής της ημέρας είναι ένα έθιμο που δεν γνωρίζουμε από πού προέρχεται.
Βασικό χαρακτηριστικό του είναι το ψήσιμο «τσίκνισμα» του κρέατος στα κάρβουνα. Από το τσίκνισμα έχει πάρει και το όνομα της η ημέρα.
Ένα απο αυτά είναι και οι τσιγαρίδες.
Οι τσιγαρίδες
είναι το τραγανό και πολύ νόστιμο υπόλειμμα του χοιρινού λίπους μαζί με κρέας αφού έχει αφαιρεθεί από το...
καζάνι η «λίγδα», το καθαρό λίπος δηλαδή. Στο παρελθόν και την παραμονή των Χριστουγέννων όλοι οι κάτοικοι του χωριού σφάζαν το δικό τους γουρούνι. Το λίπος του γουρουνιού , τη «λίπα», όπως την έλεγαν, την έκοβαν μικρά κομματάκια και την έλιωναν στη φωτιά. Αφού έλιωνε ένα τμήμα από το λίπος έμεναν στο καζάνι μικρά κομματάκια από λίπος και κρέας. Ήταν οι περίφημες « τσιγαρίδες», το αγαπημένο φαγητό μικρών και μεγάλων.Μετά το ψήσιμο στα καζάνια άρχιζε το τσιμπούσι με άφθονο κρασί αλλά και χορό. Το υπόλοιπο λίπος το στράγγιζαν σε τενεκέδες και το χρησιμοποιούσαν για να φτιάχνουν πίτες , τηγανίτες και μπουκουβάλα ή το άλειφαν πάνω σε φέτες ψωμιού.
Η συγκεκριμένη ημέρα ήταν ιδιαίτερη ανάμεσα στις ημέρες του Τριωδίου γιατί την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια έψηναν κρέας ενώ παλιότερα έλιωναν το λίπος από τα χοιρινά και η τσίκνα ήταν διάχυτη παντού.
Η «Τσικνοπέφτη» στα χωριά των Αγράφων
ήταν η μέρα που ετοίμαζαν το «παστό». Έβραζαν το λίπος με λίγο νερό, ραντίζοντάς το συγχρόνως με νερό. Το σούρωναν στη συνέχεια. Αυτή ήταν η «γουρναλοιφή». Φυλαγόταν σε δοχεία (πήλινα). Χρησιμοποιούνταν ως άρτυμα για όλη τη χρονιά. Στον πάτο του καζανιού έμεναν οι «τσιγαρίδες» που νοστίμιζαν τα φαγητά (με χόρτα, αυγά, όσπρια). Σε καζάνι έβραζαν το κρέας με λίγο κρασί για να βγάλει λίπος, που με αυτό έβραζε. Έριχναν τα μπαχαρικά για νοστιμάδα και τα λουκάνικα, αφού τα καθάριζαν από την καπνιά. Πρόσεχαν μη «τσικνιστούν» γιατί θα χάλαγε όλο το «παστό». Μετά το βράσιμο καθάριζαν το κρέας από τα κόκαλα, έκοβαν τα λουκάνικα και τα τοποθετούσαν σε δοχεία πήλινα και τα περιέχεαν με λίπος για να σκεπαστούν οι μεζέδες.
Ήταν το φαγητό για όλο το χρόνο. Μ’ αυτό φίλευαν και τους ξένους
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου