Μετά τον θόρυβο που προκλήθηκε από τις αποκαλύψεις της zougla.gr σχετικά με την υπόθεση των μετοχών της «Τράπεζας της Ανατολής» η «Εθνική Τράπεζα» εξέδωσε, αν και καθυστερημένα, ανακοίνωση δια της οποίας απορρίπτει τις αιτησεις της οικογενείας Σώρρα...
Συγκεκριμένα στην ανακοίνωση αυτή η Εθνική Τράπεζα ισχυρίζεται πώς η εκκαθάριση της συγχώνευσης της «Τράπεζας της Ανατολής» ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του 1936, λεπτομέρεια εξαιρετικά σημαντική η οποία δεν προκύπτει από έγγραφα, τουλάχιστον εκείνα που υφίστανται και είναι δημοσιευμένα. Η «Εθνική» αναφέρει στην συνέχεια πως καθορίστηκε και το αντίτιμο κάθε μιάς εκ των μετοχών.
Στο δια ταύτα πάντως η «Εθνική» υποστηρίζει πώς μετά τις ρυθμίσεις που απορρέουν από τον Νόμο Σβώλου 18/1944, δια των οποίων καθορίζεται και η ισοτιμία της νέας δραχμής έναντι των παλιών πληθωριστικών δραχμών της Κατοχής, η αξία των μετοχών της «Τράπεζας της Ανατολής» εκμηδενίστηκε.
Η επίσημη ανακοίνωση της τράπεζας επί της ουσίας με την τελευταία αυτή αναφορά της στην αξία της μετοχής επενέρχεται σε όσα ισχυρίζονταν διαχρονικά οι αρμόδιοι της «Εθνικής» όταν κάποιος κάτοχος μετοχός επιχειρούσε να τις ρευστοποιήσει τουλάχιστον από το 1940 έως και σήμερα.
Η ανακοίνωση της «Εθνικής Τράπεζας»
«Με αφορμή την πρόσφατη ανακίνηση, για μια ακόμη φορά, «ενός ανύπαρκτου θέματος περί απαιτήσεων "μετόχων της Τράπεζας της Ανατολής" σε βάρος της Εθνικής», η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος διευκρινίζει τα εξής:
Το έτος 1932 υπεγράφη σύμβαση συγχώνευσης δι' εξαγοράς της Τράπεζας Ανατολής από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Η σύμβαση αυτή εγκρίθηκε με την υπουργική απόφαση 72186/5-11-1932.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της σύμβασης συγχώνευσης (η οποία είχε εγκριθεί από τις Γενικές Συνελεύσεις των μετόχων των δύο τραπεζών), η Εθνική Τράπεζα ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει στους μετόχους της Τράπεζας Ανατολής ως τίμημα εξαγοράς το ποσό των 200 δραχμών (και όχι σε οποιοδήποτε άλλο νόμισμα) ανά μετοχή. Από το ποσό αυτό, οι 50 δρχ. ήταν το τίμημα εξαγοράς της πελατείας της Τράπεζας της Ανατολής (goodwill) και οι 150 δρχ. ήταν προκαταβολή έναντι του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής. Η ειδική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο 1936 και το αποτέλεσμά της όχι μόνο δεν κάλυψε τις προκαταβληθείσες 150 δρχ. ανά μετοχή, αλλά άφησε και υψηλόποσο "άνοιγμα" σε βάρος της Εθνικής Τράπεζας. Έτσι, πέραν των αρχικώς καταβληθεισών 200 δρχ. ανά μετοχή, καμία άλλη καταβολή δεν έγινε, ούτε θα γινόταν στο μέλλον προς τους τέως μετόχους Τράπεζας της Ανατολής (άρθρα VI και VIII σύμβασης συγχώνευσης).
Συνακόλουθα, μετά την εξαγορά, όλες οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής ακυρώθηκαν και οι όποιοι νόμιμοι δικαιούχοι τους είχαν πλέον μόνο χρηματική απαίτηση από την ΕΤΕ, να λάβουν το ανωτέρω τίμημα των 200 δρχ. ανά μετοχή. Αυτές οι απαιτήσεις, όπως και κάθε άλλη χρηματική απαίτηση, υπήχθησαν στο καθεστώς του Ν.18/1944 (Νόμος Σβώλου), με τον οποίο ορίστηκε σχέση ανταλλαγής 1 νέας δρχ. για κάθε 50 δισ. προϋφιστάμενες δραχμές και, έτσι, ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση οι απαιτήσεις εκείνες έχουν παραγραφτεί.
Για όλα τα ανωτέρω (την ακύρωση των εν λόγω τίτλων από έτους 1932 και την εντεύθεν έλλειψη οποιασδήποτε αξίωσης κατά της Τράπεζάς μας) έχει επανειλημμένα ενημερωθεί εγγράφως από την Τράπεζα ο ενδιαφερόμενος κ. Σώρρας και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του. Επίσης, σχετική απάντηση έχει δοθεί σε ερώτημα της ΔΟΥ Πατρών».
Στην ανακοίνωση της Εθνικής απαντά η οικογένεια Σώρρα
«Πράγματι, δια της με αριθμό 147611/1932 σύμβασης συγχώνευσης, νόμιμα έκτοτε δημοσιευθείσας, συγχωνεύτηκε δια εξαγοράς και απορρόφησης της, η τραπεζική εταιρεία “ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ Α.Ε.” από την “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ“, πράξη συγχώνευσης η οποία εγκρίθηκε δια της με αριθμό 72186/1932 υπουργικής απόφασης, η οποία νόμιμα δημοσιεύτηκε στο Δελτίο ΑΕ&ΕΠΕ ΦΕΚ αρ. 301/31-12-1932.
Με την σύμβαση συγχώνευσης προβλέφθηκε ότι θα διενεργηθεί εδική εκκαθάριση, συνεπεία της μεταβιβάσεως των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού από την “ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ” στην “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ” (επελθούσης καθολικής διαδοχής), με μόνο και αποκλειστικό σκοπό τον προσδιορισμό του τιμήματος εξαγοράς και δη της δίκαιης τιμής αντί της οποίας θα έπρεπε να ρευστοποιηθούν τα καθ΄ έκαστον λοιπά στοιχεία του ενεργητικού της Τράπεζας της Ανατολής, ως ειδικότερα διαδικαστικά προβλέφθηκε με την ανωτέρω πράξη συγχώνευσης.
Η ανωτέρω συγχώνευση διενεργήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 5261/1931 και τον Ν. 2190/1920 ( ως τότε ίσχυε).
Με την σύμβαση συγχώνευσης συμφωνήθηκε ότι το ενεργητικό και παθητικό της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ μεταβιβάζεται (μεταβιβάσθηκε) αυτοδίκαια, κατά νόμω και συμβατικά (οπότε επέρχεται λογιστική συγχώνευση) και δη το μεν παθητικό αμέσως στους διάφορους λογαριασμούς του παθητικού αυτής, το δε ενεργητικό, ουχί αμέσως εν τω συνόλω του, εις τους λογαριασμούς του ενεργητικού της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ, αλλά αναλόγως της προόδου της συντελεσθησόμενης ρευστοποιήσεως, ως προβλέφθηκε και ορίζεται στον όρο ΙV της σύμβασης συγχώνευσης. Ρητά ΕΞΑΙΡΕΘΗΚΑΝ της σχετικής μεταβιβάσεως οι σχετικές με το ΕΤΑΙΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, ΜΕΡΙΔΕΣ του ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ, ρητά προσδιοριζόμενες, ήτοι κεφάλαιο, λογαριασμός εκτιμήσεως κεφαλαίου σε φράγκα σταθεροποιημένα, κεφάλαιο αποθεματικό τακτικό και κεφάλαιο αποθεματικό έκτακτο ως και κάθε έτερο στοιχείο του παθητικού μη αποτελούν υποχρέωση προς τρίτους, “… ΑΤΙΝΑ δεν θέλουσιν εμφανίζεσθαι εν τη περί ο όρος ΙV ειδική εκκαθάρισει, δεδομένου ότι θέλει καταβληθεί τοις μετόχοις τοις τράπεζας της Ανατολής το αντίτιμον των μετοχών υπό της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος κατά τα εν τω όρω Vi οριζόμενα…”.
Η καταβολή του τιμήματος εξαγοράς προβλέφθηκε να γίνει μετά την λήξη της ειδικής εκκαθαρίσεως στους κομιστές των μετοχών της ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ, καίτοι η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ έκανε άμεση χρήση όλων των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ. Απλή συγκριτική επισκόπηση και αξιολόγηση των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού των δύο τραπεζών κατά το έτος 1932 αποδίδει εύγλωττα τα σχετικά συμπεράσματα.
Σύμφωνα με τον Ν. 2190/1920 και δη τον άρθρο 49 (ως τότε ίσχυε και σε γενικές γραμμές ομοίως ισχύει), προβλέπεται:
1. Οι παρά της συνελεύσεως διοριζόμενοι εκκαθαρισταί οφείλουσιν άμα τη ανάληψη των καθηκόντων αυτών να ενεργήσωσιν απογραφήν της εταιρική περιουσίας και να δημοσιευωσι δια του τύπου και του Δελτίου Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης ευθύνης της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως ισολογισμόν ούτινος υποβάλλεται εις το Υπουργείον Εμπορίου.
2. Την αυτήν υποχρέωσιν υπέχουσιν οι εκκαθαρισταί και κατά την λήξιν της εκκαθαρίσεως.
3. Η γενική συνέλευσις των μετόχων διατηρεί πάντα τα δικαιώματα αυτής κατά τη διάρκεια της εκκαθαρίσεως.
4. Οι λογαριασμοί της εκκαθαρίσεως εγκρίνονται υπό της γενικής συνελεύσεως.
Εκ της μέχρι σήμερα σχετικής έρευνας, αφενός δεν έχει ανευρεθεί δημοσιευμένος ισολογισμός και δη σε φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ), ως ο νόμος ορίζει, σχετικά με την λήξη της εκκαθάρισης, η οποία θα καθόριζε το τίμημα εξαγοράς, αφετέρου δεν έχει ανευρεθεί απόφαση γενικής συνέλευσης των μετόχων δια της οποίας έχουν (τάχα) εγκριθεί οι λογαριασμοί (του πέρατος) της εκκαθάρισης.
Επειδή η ΕΤΕ, με επίσημη ανακοίνωσή της, ισχυρίζεται ότι (τάχα) η ειδική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε τον μήνα Δεκέμβριο του έτους 1936 (κάτι το οποίο δεν μας έχει δηλώσει μέχρι σήμερα σε δύο εξώδικες δηλώσεις - προσκλήσεις μας), δεν μένει παρά να δημοσιοποιήσει συγκεκριμένα:
- την οικεία έκθεση των εκκαθαριστών και τις σχετικές οικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθαρίσεως και δη τον ισολογισμό πέρατος της εκκαθάρισης,
- το οικείο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ) όπου οφείλει να είναι δημοσιευμένος ο ισολογισμός πέρατος της εκκαθάρισης και
- την οικεία απόφαση γενικής συνέλευσης των μετόχων δια της οποίας έχουν (τάχα) εγκριθεί οι λογαριασμοί ( του πέρατος ) της εκκαθάρισης.
Αναφορικά με την αξία των μετοχών της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ παραπέμπουμε στο ίδιο το κείμενο της σύμβασης συγχώνευσης και στα στοιχεία των ισολογισμών των δύο τραπεζών κατά τον κρίσιμο χρόνο του 1932. Χαρακτηριστικά στο άρθρο ΙΙ της σύμβασης συγχώνευσης ορίζεται: “Οι συμβαλλόμεναι τράπεζαι αναγνωρίζουν το αδύνατον της επί του παρόντος και εν τω προσεχεί μέλλοντι ακριβοδίκαιας εκτιμήσεως της περιουσίας της εξαγοραζομένης τραπέζης της Ανατολής , λόγω των γενικών οικονομικών συνθηκών, επιπλέον δε και των ειδικών τοιούτων της τραπέζης ταύτης, κρίνουσιν ανέφικτον και άδικον τον από τούδε καθορισμόν του τιμήματος εξαγοράς κατ΄ αποκοπήν πάντως δε ασύμφορον ιδία δε δια τους μετόχους της τραπέζης της Ανατολής…”.
Θεωρούμε ότι παρέλκει η νομική ή λογική αξιολόγηση της επίκλησης του Ν. 18/1944, ο οποίος είναι παντελώς άσχετος με την συγκεκριμένη υπόθεση (ως ο καθένας ενδιαφερόμενος μπορεί να αξιολογήσει) και τον οποίο σε καμία περίπτωση δεν δύναται να επικαλείται βάσιμα η ΕΤΕ, νόμο που αναφέρεται στα “τραπεζογραμμάτια” και το νόμισμα της δραχμής και φυσικά δεν αναφέρεται στα δικαιώματα των μετόχων της τράπεζας ΑΝΑΤΟΛΗΣ.
Η αξίωση του μετόχου για καταβολή της αναλογίας του στο προϊόν της εκκαθάρισης αποτελεί ένα επιμέρους περιουσιακό δικαίωμα, που πηγάζει από την μετοχική σχέση, καθώς ουσιαστικά συνιστά ένα δικαίωμα δανειστή που πηγάζει από την εταιρική σχέση. Η αξίωση αυτή γεννιέται με την μετοχική σχέση και λειτουργεί ως αφηρημένο δικαίωμα προσδοκίας μέχρι την συγκεκριμενοποίησή του (την οποία δεν μας γνωστοποιεί η ΕΤΕ), δηλ. μέχρι να ενεργηθούν νομικά ορθά όλες οι προβλεπόμενες πράξεις εκκαθάρισης.
Τέλος, ζήτημα παραγραφής δεν δύναται ευπρόσωπα να προταθεί, ακριβώς διότι σύμφωνα με τον νόμο, η παραγραφή αρχίζει από το τέλος του έτους εντός του οποίου εγκρίθηκαν οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις πέρατος της εκκαθάρισης, που ως προαναφέρεται, δε υφίσταται τέτοια έγκριση. Εφόσον η ΕΤΕ έχει αντίθετη θέση, δεν μένει παρά να δημοσιοποιήσει τα ανωτέρω ουσιώδη νομικά έγγραφα.
Η παντελώς αόριστη και γενικόλογη τοποθέτηση της ΕΤΕ εκτιμάται ελεύθερα και έκαστος μπορεί να κρίνει ανάλογα.
Αθήνα 21-9-2011
Αρτέμιος Σώρρας».
zougla
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου